Ο λόγος για τον οποίο αυτό το κείμενο δημοσιεύεται αρκέτες ώρες μετά τη λήξη του αγώνα με την Κάχα Λαμποράλ δεν είναι η έλλειψη χρόνου. Άλλωστε το ματς τελείωσε αρκετά νωρίς και είχα όλη την άνεση να κάνω αυτό που συνηθίζω μετά από άσχημες βραδιές: να γράψω το σεντόνι μου, να εκτονώσω λίγο τα νεύρα μου και να κοιμηθώ λίγο καλύτερα.
Απλά η άρχικη έκδοση αυτού του σεντονιού ήταν μάλλον εμπρηστική. Φυσικά δε θα ήταν η πρώτη φορά που θα έγραφα μια κουβεντα παραπάνω. Στο πρόσφατο παρελθόν έχω χαρακτηρίσει τον Ντούντα τρελό, τον Παπανικολάου χέστη και τον Νίλσεν ντροπή της Αυστραλίας - εντάξει, για το τελευταίο είχα δίκιο. Αυτή τη φορά, όμως, αποφάσισα να το σκεφτώ λίγο καλύτερα γιατί πιστεύω ότι σε αυτή την ομάδα (για την ακριβεία στην πλειοψηφία των μελών της) αξίζει μια όσο το δυνατό ψυχραιμότερη αντιμετώπιση.
Η βασική ιδέα των όσων είχα γράψει ήταν ότι η αμυντική βελτίωση που ξεκίνησε πριν από σχεδόν δύο μήνες στο Μιλάνο οφειλόταν στην απόφαση των παικτών να βάλουν πλάτη στον προπονητή. Όταν ο συναγερμός έληξε (πριν από δύο εβδομάδες, στο έντος έδρας ματς με την αρμάδα του τετραπέρατου Σκαριόλο), φάνηκε ότι η άμυνα των πρωταθλητών βασίζεται φέτος περισσότερο στη διάθεση ή την ατομική ικανότητα των παικτών και λιγότερο σε ξεκάθαρες, δουλεμένες αρχές τακτικής.
Και μπορεί ένα αρχαίο κλισέ να λέει ότι η άμυνα είναι πάνω απ’όλα θέμα θέλησης, αλλά χωρίς γερά θεμέλια - σε επίπεδο επικοινωνίας μεταξύ των παικτών, ξεκάθαρης κατανομής ρόλων και σωστής ανάγνωσης του αντιπάλου - αυτή η θέληση είναι τόσο αποτελεσματική όσο οι καλές προθέσεις που συνοδεύονται από λανθασμένες πράξεις. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η θέληση που έδειξαν χτες οι παίκτες ήταν ικανοποιητική.
Ο Σπανούλης με τον Πρίντεζη είναι επιεικώς απογοητευτικοί στην άμυνα καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς - ξεκινάω από αυτούς γιατί αυτοί είναι οι ηγέτες της ομάδας. Οφείλουν να προσπαθήσουν περισσότερο ή να κάτσουν περισσότερο στον πάγκο (χτες ο Άντιτς αδικήθηκε από το χρόνο συμμετοχής του). Ο Πάουελ ψωλαρμένιζε και σε ένα δίκαιο κόσμο θα ήταν ο πρώτος υποψήφιος για να χάσει τη θέση του στη δωδεκάδα από το Σερμαντίνι, ακόμα κι αν ο Μαυροειδής είχε χάσει όχι δύο, αλλά είκοσι δύο λέι απ, ακόμα κι αν ο Αμερικανός επηρεάστηκε από τη σύγκρουση με τον Νοτσιόνι στην πρώτη φάση του αγώνα. Κι αυτό γιατί η βελτίωση του σε σχέση με το πρώτο ματς στη Βιτόρια - ειδικά στο διάβασμα τον πικ εν ρολ - ήταν μηδαμινή. Επίσης οι επιστροφές συνολικά ήταν για τα πανηγύρια, παρότι όλοι έπρεπε να γνωρίζουν από πρώτο χέρι την αποτελεσματικότητα της Κάχα Λαμποράλ στους αιφνιδιασμούς.
To πρόβλημα, όμως, είναι ότι ακόμα και εκείνοι που δε λούφαραν στην άμυνα δεν μπόρεσαν να σταματήσουν την πλημμύρα που ξεκίνησε στο δεύτερο δεκάλεπτο, όταν οι Βάσκοι βελτίωσαν στοιχειώδως το ποσοστό τους στα (αμαρκάριστα) τρίποντα, συνεχίζοντας παράλληλα τις βόλτες τους στη ρακέτα. Ο Χάινς με τον Λο άλλαξαν τη ροή του αγώνα στο πρώτο δεκάλεπτο, αντιμετώπιζοντας σωστά τα πικ εν ρολ της Κάχα Λαμποράλ, η οποία βέβαια σε αυτό το διάστημα έχασε και κάποια εύκολα σουτ εντός κι εκτός ρακέτας. Η ενέργεια τους, όμως, δεν μπορούσε να καλύψει όλα τα τακτικά κενά, τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην εφαρμογή του. Έτσι, στο δεύτερο ημίχρονο οι καλές προθέσεις του Χάινς μετατράπηκαν σε μια γρήγορη αποβολή με πέντε φάουλ.
Ο Χάινς παραμένει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αναντιστοιχίας μεταξύ προσπάθειας και αποτελεσματικότητας όταν η πρώτη δεν υποστηρίζεται από σωστό πλάνο. Παρότι ο τρόπος με τον οποίο αγωνίζεται είναι παράδειγμα για όλους, ο Ολυμπιακός αμύνεται καλύτερα (βάση των πόντων που δέχεται ανά κατοχή) χωρίς αυτόν στο παρκέ. Αυτή η αντίφαση είναι θέμα προπονητή. Αν, για παράδειγμα, οι αλλαγές ψηλού-κοντού στα σκριν (όπου ο Χάινς ήταν λεφτά στην τράπεζα) εγκαταλείφθηκαν για λόγους αρχής, τότε αξίζει να δόθει πίστωση χρόνου. Αν, όμως, εγκαταλείφθηκαν για να κόψει η ομάδα δρόμο, τότε τα σκαμπανεβάσματα - που μεταφράζονται κυρίως σε ελεύθερα περιφερειακά σουτ και χαμένα ριμπάουντ - θα συνεχιστούν μέχρι τον Ιούνιο.
Ο Ολυμπιακός διαθέτει εξαιρετικούς αμυντικούς στο ρόστερ του. Η προσθήκη του Σερμαντίνι μπορεί να ισχυροποίησει ακόμα περισσότερο την ομάδα, αλλά όταν ο Λάσμε σκοράρει πάνω από το 70% των πόντων του χάρη σε ασίστ συμπαικτών του, το πρόβλημα είναι βαθύτερο.Πέρσι η ομάδα πίεζε περισσότερο κάτω από τη σέντρα και καλύπτε χώρους στο άλλο μισό του γηπέδου, είτε με αλλαγές μαρκαρισμάτων, είτε κρατώντας τον ψηλό στη ρακέτα. Φέτος προσπαθεί να αμυνθεί πιο δυναμικά στο μισό γήπεδο, με περισσότερες περιστροφές. Ούτε ο πρώτος τρόπος είναι πανάκεια, ούτε ο δεύτερος καταδικασμένος σε αποτυχία. Αυτό που μετράει είναι η εκτέλεση, αλλά και η έγκαιρη διάγνωση των αδυναμιών.
Επειδή, όμως η χτεσινή ήττα μπορεί να καλυφθεί στη συνέχεια, επειδή η ομάδα αντιδρά καλά στις αναποδιές, επειδή η συνεισφορά του Μπαρτζώκα σε αυτή την αντίδραση δεν είναι αμελητέα και επειδή καμία ευρωπαϊκή ομάδα δεν μπορεί να κερδίσει εύκολα δύο φορές μέσα στη Βιτόρια, ας περιμένουμε. Και ας ελπίσουμε ότι ο κόουτς δε θα βασιστεί απλά στη διάθεση των παικτών του για να σταθεροποιήσει τις αμυντικές επιδόσεις του Ολυμπιακού.
Rod Higgins
Τα δεκάλεπτα: 19-24, 40-44, 67-55, 82-74
Κάχα Λαμποράλ (Τάμπακ): Κουκ, Νοτσιόνι 11 (1), Μ. Μπιέλιτσα, Σαν Εμετέριο 6 (2), Πλέις 5, Ερτέλ 13 (1), Ολεσον 15 (1), Λάμπε 25, Ν. Μπιέλιτσα 5 (1), Κοζέρ 2.
Ολυμπιακός (Μπαρτζώκας): Χάινς 6, Λο 5, Αντιτς 13 (3), Σπανούλης 18 (2), Περπέρογλου 7 (1), Μαυροειδής, Πάουελ, Γκετσεβίτσιους 5 (1), Παπανικολάου 10 (2), Πρίντεζης 10, Μάντζαρης.
0 comments:
Post a Comment