Η ανάγνωση του ματς με τη Ζιέλνα Γκόρα είναι επιφανειακά απλή: τυπικό ματς κανονικής περιόδου, με ελάχιστη συγκέντρωση, αρκετούς παίκτες να ψάχνονται και όνομα αντιπάλου που δεν εμπνέει. Οι απουσίες των Σλούκα και του Σίμμονς απλά συμπλήρωσαν την εικόνα μιας αναπάντεχα αγχωτικής νίκης σε ένα όχι και τόσο σημαντικό ματς. Τα πραγματικά ζητήματα που πρέπει να απασχολήσουν τον Ολυμπιακό, όμως, δεν εμφανίστηκαν για πρώτη φορά την προηγούμενη Παρασκευή.
Η ομάδα, ή μάλλον οι παίκτες που βρίσκονται στην ομάδα τα τελευταία δύο χρόνια, έχουν αποδείξει ότι η συγκέντρωση δε θα είναι ερωτηματικό στα πραγματικά κρίσιμα ματς. Μέχρι πέρσι αυτό αρκούσε. Φέτος δεν υπάρχει η ίδια βεβαιότητα, όχι λόγω μονάδων, αλλά εξαιτίας μιας χημείας που μοιάζει να επιβεβαιώνει το νόμο της φθίνουσας οριακής απόδοσης: όταν με δεδομένη τεχνολογία αυξηθεί ένας παραγωγικός συντελεστής με τους υπόλοιπους να μένουν σταθεροί, από ένα σημείο και μετά το πρόσθετο προϊόν που θα δώσει αυτός ο συντελεστής αρχίζει να μειώνεται.
Το καλοκαίρι που πέρασε ο Ολυμπιακός επένδυσε σημαντικά στον παραγωγικό συντελεστή ΜΑΠ: άλμα, αθλητικότητα, τάπες και άλλα ωραία. Η πρόθεση δεν ήταν απαραίτητα λανθασμένη. Επειδή, όμως, μετά από εκείνη την ανακοίνωση αποχώρησης οι πόροι δεν είναι απεριόριστοι, κάποιοι άλλοι συντελεστές αρχικά μειώθηκαν και στη συνέχεια έμειναν σταθεροί (για να μην πω στάσιμοι): τοποθετήσεις, συγχρονισμός στις βοήθειες, μπλοκ άουτ. Μοιραία λοιπόν, η οριακή παραγωγικότητα της αεροπορίας στην άμυνα έχει αρχίσει να φθινεί. Η Ζιέλνα Γκόρα ήρθε στο ΣΕΦ με μια επίθεση κάτω του μετρίου (ειδικά στα εκτός έδρας ματς) και ο Ολυμπιακός της επέτρεψε να σκοράρει σε ρυθμούς Μακάμπι. Η μεγαλύτερη ζημιά έγινε μέσα στη ρακέτα, όπου οι Πολωνοί έβαλαν 25 δίποντα σε 31 προσπάθειες. Αυτό το εξοργιστικό νούμερο διογκώθηκε ακόμα περισσότερο από τις συνηθισμένες, πλέον, δυσκολίες στο αμυντικό ριμπάουντ.
Τα προβλήματα που έχουν αναλυθεί σε προηγούμενα άρθρα σχετικά με την αντιμετώπιση του πικ εν ρολ επανήλθαν. Ο Ντάνστον αντιμετώπισε 9 πικ εν ρολ, μένοντας πίσω από τον σκρίνερ και τη γραμμή του τριπόντου. Ο Ολυμπιακός δέχτηκε 11 πόντους σε αυτές τις άμυνες. Ο πάντοτε ορεξάτος και ενεργητικός Πέτγουεϊ έκανε το χειρότερο του παιχνίδι, ειδικά στην άμυνα, όπου έφαγε επίσης 11 πόντους σε μόλις 7 πικ εν ρολ που κλήθηκε να αντιμετωπίσει. Σύνολο 22 πόντοι παθητικό σε 16 κατοχές. Ή αλλιώς 1,37 ανά κατοχή. Για να υπάρξει μέτρο σύγκρισης, η Ρεάλ Μαδρίτης έχει αυτή τη στιγμή την καλύτερη επίθεση στην Ευρώπη και σκοράρει 1,24 πόντους ανά επίθεση.
Ίσως κάποιος να θεωρήσει άδικο το γεγονός ότι αυτοί οι πόντοι χρεώνονται στους ψηλούς. Άλλωστε οι επιθετικές συνεργασίες δύο παικτών αντιμετωπίζονται τουλάχιστον από δύο αμυντικούς. Η εικόνα στο γήπεδο, όμως, δε βοηθάει στην υπεράσπιση τους. Θα μπορούσα να ξαναβάλω βίντεο με τον Ντάνστον να αργεί να επιστρέψει στον παίκτη αφού δίνει βοήθεια πάνω στην μπάλα - και αργεί γιατί δεν κάνει σωστά πλάγια βήματα - ή να μην κάνει μπλοκ άουτ παρότι βρίσκεται σε σωστή θέση. Επειδή, όμως, δεν είναι σωστό να στοχοποιείται ένας παίκτης, ας παρατηρήσουμε ένα στιγμιότυπο με διαφορετικό πρωταγωνιστή:
Ο Μπαρτζώκας χρησιμοποιεί φέτος τα τεσσάρια του με δύο διαφορετικούς τρόπους στην άμυνα εναντίον πικ εν ρολ: δυναμική έξοδος πάνω στην μπαλα και επιστροφή στον προσωπικό τους αντίπαλο, ή αλλαγή ψηλού κοντού. Στη συγκεκριμένη φάση ο Πέτγουεϊ προσπάθησε να κάνει το πρώτο, άλλα έχασε το βηματισμό του και έμεινε πίσω. Είναι κάτι που θα μπορούσε να συμβεί στον οποιονδήποτε. Το πρόβλημα είναι ότι μετά από αυτή την αναποδιά, δεν καταφέρνει να διαβάσει σωστά τη φάση. Ο Περπέρογλου έχει επιστρέψει έγκαιρα στον παίκτη του μετά το σκριν. Ο Πέτγουεϊ θα έπρεπε ήδη να κινείται προς τον Σελ (το νούμερο 5 των Πολωνών), αλλά για κάποιο λόγο μένει κολλημένος στη μπάλα. Απλή πάσα, ελεύθερο τρίποντο από τον Σελ, καληνύχτα. Τα γκαρντ του Ολυμπιακού (πλην Σπανούλη) κάνουν πολύ καλή δουλειά στην πίεση πάνω στην μπάλα και στο σπάσιμο των σκριν. Οι ψηλότεροι συμπαίκτες τους πρέπει να βοηθήσουν περισσότερο.
Ένα νέο θέμα που προέκυψε την προηγούμενη Παρασκευή έχει να κάνει με την άμυνα απέναντι σε σκριν μακριά από την μπάλα, τα οποία αποτελούν σημαντικό κομμάτι του παιχνιδιού ομάδων όπως η Ρεάλ, η ΤΣΣΚΑ και η Μπαρτσελόνα. Η Ζιέλνα Γκόρα τα χρησιμοποίησε αρκετά, με αποκορύφωμα τη φάση του τριπόντου που της έδωσε το προβάδισμα 13 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Πρίντεζης κουτούλησε με τον Μάντζαρη. Λίγο νωρίτερα είχε κουτουλήσει με τον Λο, δείχνοντας πως η επικοινωνία μεταξύ των παικτών δεν είναι αυτή που πρέπει:
Πέρα από το σκριν που προκάλεσε αυτή τη σύγκρουση, οι Πολωνοί στήνουν ένα ακόμα μέσα στη ρακετά. Αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί από τους Ντάνστον και Λοτζέσκι. Για κάποιο λόγο, όμως, και οι δύο καταλήγουν στην αριστερή πλευρά της ρακέτας. Πίσω τους, δύο παίκτες της Ζιέλνα Γκόρα έχουν όλο το χώρο που χρειάζονται για να διεκδικήσουν το επιθετικό ριμπάουντ από το άστοχο περιφερειακό σουτ. Τελικά το μάζεψε ο Ντραγκίσεβιτς, ο οποίος βρήκε τον Μπράκινς (στο συγκεκριμένο στιγμιότυπο βρίσκεται στο ύψος του διακεκομμένου ημικυκλίου) τελείως ελεύθερο μέσα στο καλάθι για το εύκολο κάρφωμα, ως αποτέλεσμα της αρχικής κουτουλιάς Πρίντεζη και Λο:
Ίσως το μόνο που χρειάζεται για να ελαχιστοποιηθούν τέτοιες προβληματικές αντιδράσεις είναι χρόνος και συγκέντρωση. Από την άλλη, οι σωστές τοποθέτησεις, η επικοινωνία και γενικότερη η άμυνα χαμηλά είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα ατομικής ικανότητας - ακριβώς όπως και η άμυνα ψηλά. Ορισμένοι παίκτες δείχνουν να στερούνται αυτής της ικανότητας και η δομή του ρόστερ δε τους βοηθάει να κρύψουν αυτή την έλλειψη. Η επιστροφή του Σλούκα σίγουρα θα βελτιώσει την εικόνα στην περιφέρεια. Υπάρχε, όμως ανάλογη βεβαιότητα για τους Μπέγκιτς (όταν βρεθεί σε φουλ φόρμα) και Σίμονς (όταν ξεπεράσει τον τραυματισμό του);
Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, αλλά οι ψηλοί πρέπει να δώσουν περισσότερα. Ειδικά από τη στιγμή που ο νόμος της φθίνουσας απόδοσης πλήττει και τη θέση 3. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ματ Λοτζέσκι αποτέλεσε, βάσει των χρημάτων που δαπανήθηκαν για την απόκτησή του, μια από τις καλύτερες μεταγραφές του καλοκαιριού. Τα εξαιρετικά ποσοστά του στο σουτ έχουν αναπληρώσει με το παραπάνω το κενό του Παπανικολάου σε αυτό τον τομέα και μάλιστα σε χαμηλότερη τιμή. Η λογιστική επιτυχία, όμως, δε συμβαδίζει απαραίτητα με την οικονομική λογική της άριστης κατανομής των πόρων.
Εκτός από το σουτ, που ήταν η βασική ικανότητα που έπρεπε να διαθέτει ο αντικαταστάτης του Παπ ώστε η επίθεση να συνεχίσει να λειτουργεί σωστά, ο Ολυμπιακός έπρεπε να αποφασίσει το καλοκαίρι τι άλλο θα ζητούσε από το τριάρι του. Η τελική απόφαση ήταν να προστεθεί περισσότερη δημιουργία, αντί για αμυντική κάλυψη στη ρακέτα, σαν αυτή που προσέφερε ο Παπανικολάου, ένας από τους καλύτερους ριμπάουντερ και μπλοκέρ της περσινής διοργάνωσης στη θέση του. Το πρώτο δείγμα είναι πολύ ευχάριστο να το βλέπεις - ο Λοτζέσκι μοιάζει γενικά πιο μπασκετικός από τον Παπ - αλλά σε επίπεδα παραγωγικότητας οι διαφορές δεν είναι σημαντικές. Με τους Σπανούλη, Λο, Σλούκα, Περπέρογλου και Πρίντεζη στο ρόστερ, ο παραγωγικός συντελεστής παραγωγικότητας ήταν μάλλον κομπλέ. Απόδειξη ότι το 78% των πόντων του Λοτζέσκι προέρχονται από ασίστ - απολύτως λογικό με τόσους χειριστές δίπλα του.
Επομένως, ο Ολυμπιακός θυσίασε ορισμένα στοιχεία της άμυνας του, για μια έξτρα δημιουργικότητα που δε χρειάζεται ιδιαίτερα. Αυτή η επιλογή φυσικά δεν είναι λάθος του Λοτζέσκι, αλλά εξηγεί γιατί οι ψηλοί πρέπει να ανέβουν. Οι βοήθειες μέσα στο καλάθι από την περιφέρεια δεν πρόκειται να λειτουργήσουν όπως πέρσι - ο Περπέρογλου είναι ψηλότερος και πιο έμπειρος αμυντικός αλλά δύσκολα θα δώσει το κάτι παραπάνω. Η αντιμετώπιση των πικ εν ρολ πρέπει να ακολουθήσει τη λογική του δύο εναντίον δύο, όχι δύο εναντίον ενός γκαρντ συν ό,τι κάνει ο ψηλός στον αέρα. Επιπλέον, ο Λοτζέσκι δέχτηκε 7 πόντους από τον Εγιένγκα, ενώ αντίστοιχα προβλήματα είχε και με τον Μπένζινγκ. Τροφή για σκέψη.
Η απάντηση σε όλα τα δυσοίωνα που αναφέρθηκαν παραπάνω βρίσκεται στους αριθμούς που συνεχίζουν να δείχνουν ότι ο Ολυμπιακός είναι μια εξαιρετική αμυντική ομάδα. Δεν υπάρχει, όμως, κανέας λόγος εφησυχασμού. Το επίπεδο των αντιπάλων είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό θα βρει μπροστά της η ομάδα από Γενάρη και μετά. Τα όποια θέματα πρέπει να λυθούν όσο το δυνατό νωρίτερα.
Μια άλλη απάντηση είναι ότι ο νόμος της φθίνουσας απόδοσης ισχύει μόνο βραχυπρόθεσμα. Σε βάθος χρόνου η τεχνολογία εξελίσσεται, οι υπόλοιποι παραγωγικοί συντελεστές αυξάνονται και η παραγωγικότητα παίρνει τα πάνω της. Με βάση αυτή τη λογική ο Ολυμπιακός έχει δύο επιλογές: είτε να προσθέσει νέους παραγωγικούς συντελεστές (μεταγραφές με το γνωστό σύστημα ΛΟΤΤΟ), είτε να εξελίξει την τεχνολογία με βάση τους υπάρχοντες: δουλειά σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. Προς το παρόν, η δεύτερη επιλογή μοιάζει ασφαλέστερη. Η αρχή πρέπει να γίνει στην Μάλαγα.
Rod Higgins
Η ομάδα, ή μάλλον οι παίκτες που βρίσκονται στην ομάδα τα τελευταία δύο χρόνια, έχουν αποδείξει ότι η συγκέντρωση δε θα είναι ερωτηματικό στα πραγματικά κρίσιμα ματς. Μέχρι πέρσι αυτό αρκούσε. Φέτος δεν υπάρχει η ίδια βεβαιότητα, όχι λόγω μονάδων, αλλά εξαιτίας μιας χημείας που μοιάζει να επιβεβαιώνει το νόμο της φθίνουσας οριακής απόδοσης: όταν με δεδομένη τεχνολογία αυξηθεί ένας παραγωγικός συντελεστής με τους υπόλοιπους να μένουν σταθεροί, από ένα σημείο και μετά το πρόσθετο προϊόν που θα δώσει αυτός ο συντελεστής αρχίζει να μειώνεται.
Το καλοκαίρι που πέρασε ο Ολυμπιακός επένδυσε σημαντικά στον παραγωγικό συντελεστή ΜΑΠ: άλμα, αθλητικότητα, τάπες και άλλα ωραία. Η πρόθεση δεν ήταν απαραίτητα λανθασμένη. Επειδή, όμως, μετά από εκείνη την ανακοίνωση αποχώρησης οι πόροι δεν είναι απεριόριστοι, κάποιοι άλλοι συντελεστές αρχικά μειώθηκαν και στη συνέχεια έμειναν σταθεροί (για να μην πω στάσιμοι): τοποθετήσεις, συγχρονισμός στις βοήθειες, μπλοκ άουτ. Μοιραία λοιπόν, η οριακή παραγωγικότητα της αεροπορίας στην άμυνα έχει αρχίσει να φθινεί. Η Ζιέλνα Γκόρα ήρθε στο ΣΕΦ με μια επίθεση κάτω του μετρίου (ειδικά στα εκτός έδρας ματς) και ο Ολυμπιακός της επέτρεψε να σκοράρει σε ρυθμούς Μακάμπι. Η μεγαλύτερη ζημιά έγινε μέσα στη ρακέτα, όπου οι Πολωνοί έβαλαν 25 δίποντα σε 31 προσπάθειες. Αυτό το εξοργιστικό νούμερο διογκώθηκε ακόμα περισσότερο από τις συνηθισμένες, πλέον, δυσκολίες στο αμυντικό ριμπάουντ.
Τα προβλήματα που έχουν αναλυθεί σε προηγούμενα άρθρα σχετικά με την αντιμετώπιση του πικ εν ρολ επανήλθαν. Ο Ντάνστον αντιμετώπισε 9 πικ εν ρολ, μένοντας πίσω από τον σκρίνερ και τη γραμμή του τριπόντου. Ο Ολυμπιακός δέχτηκε 11 πόντους σε αυτές τις άμυνες. Ο πάντοτε ορεξάτος και ενεργητικός Πέτγουεϊ έκανε το χειρότερο του παιχνίδι, ειδικά στην άμυνα, όπου έφαγε επίσης 11 πόντους σε μόλις 7 πικ εν ρολ που κλήθηκε να αντιμετωπίσει. Σύνολο 22 πόντοι παθητικό σε 16 κατοχές. Ή αλλιώς 1,37 ανά κατοχή. Για να υπάρξει μέτρο σύγκρισης, η Ρεάλ Μαδρίτης έχει αυτή τη στιγμή την καλύτερη επίθεση στην Ευρώπη και σκοράρει 1,24 πόντους ανά επίθεση.
Ίσως κάποιος να θεωρήσει άδικο το γεγονός ότι αυτοί οι πόντοι χρεώνονται στους ψηλούς. Άλλωστε οι επιθετικές συνεργασίες δύο παικτών αντιμετωπίζονται τουλάχιστον από δύο αμυντικούς. Η εικόνα στο γήπεδο, όμως, δε βοηθάει στην υπεράσπιση τους. Θα μπορούσα να ξαναβάλω βίντεο με τον Ντάνστον να αργεί να επιστρέψει στον παίκτη αφού δίνει βοήθεια πάνω στην μπάλα - και αργεί γιατί δεν κάνει σωστά πλάγια βήματα - ή να μην κάνει μπλοκ άουτ παρότι βρίσκεται σε σωστή θέση. Επειδή, όμως, δεν είναι σωστό να στοχοποιείται ένας παίκτης, ας παρατηρήσουμε ένα στιγμιότυπο με διαφορετικό πρωταγωνιστή:
Ο Μπαρτζώκας χρησιμοποιεί φέτος τα τεσσάρια του με δύο διαφορετικούς τρόπους στην άμυνα εναντίον πικ εν ρολ: δυναμική έξοδος πάνω στην μπαλα και επιστροφή στον προσωπικό τους αντίπαλο, ή αλλαγή ψηλού κοντού. Στη συγκεκριμένη φάση ο Πέτγουεϊ προσπάθησε να κάνει το πρώτο, άλλα έχασε το βηματισμό του και έμεινε πίσω. Είναι κάτι που θα μπορούσε να συμβεί στον οποιονδήποτε. Το πρόβλημα είναι ότι μετά από αυτή την αναποδιά, δεν καταφέρνει να διαβάσει σωστά τη φάση. Ο Περπέρογλου έχει επιστρέψει έγκαιρα στον παίκτη του μετά το σκριν. Ο Πέτγουεϊ θα έπρεπε ήδη να κινείται προς τον Σελ (το νούμερο 5 των Πολωνών), αλλά για κάποιο λόγο μένει κολλημένος στη μπάλα. Απλή πάσα, ελεύθερο τρίποντο από τον Σελ, καληνύχτα. Τα γκαρντ του Ολυμπιακού (πλην Σπανούλη) κάνουν πολύ καλή δουλειά στην πίεση πάνω στην μπάλα και στο σπάσιμο των σκριν. Οι ψηλότεροι συμπαίκτες τους πρέπει να βοηθήσουν περισσότερο.
Ένα νέο θέμα που προέκυψε την προηγούμενη Παρασκευή έχει να κάνει με την άμυνα απέναντι σε σκριν μακριά από την μπάλα, τα οποία αποτελούν σημαντικό κομμάτι του παιχνιδιού ομάδων όπως η Ρεάλ, η ΤΣΣΚΑ και η Μπαρτσελόνα. Η Ζιέλνα Γκόρα τα χρησιμοποίησε αρκετά, με αποκορύφωμα τη φάση του τριπόντου που της έδωσε το προβάδισμα 13 δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Πρίντεζης κουτούλησε με τον Μάντζαρη. Λίγο νωρίτερα είχε κουτουλήσει με τον Λο, δείχνοντας πως η επικοινωνία μεταξύ των παικτών δεν είναι αυτή που πρέπει:
Πέρα από το σκριν που προκάλεσε αυτή τη σύγκρουση, οι Πολωνοί στήνουν ένα ακόμα μέσα στη ρακετά. Αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί από τους Ντάνστον και Λοτζέσκι. Για κάποιο λόγο, όμως, και οι δύο καταλήγουν στην αριστερή πλευρά της ρακέτας. Πίσω τους, δύο παίκτες της Ζιέλνα Γκόρα έχουν όλο το χώρο που χρειάζονται για να διεκδικήσουν το επιθετικό ριμπάουντ από το άστοχο περιφερειακό σουτ. Τελικά το μάζεψε ο Ντραγκίσεβιτς, ο οποίος βρήκε τον Μπράκινς (στο συγκεκριμένο στιγμιότυπο βρίσκεται στο ύψος του διακεκομμένου ημικυκλίου) τελείως ελεύθερο μέσα στο καλάθι για το εύκολο κάρφωμα, ως αποτέλεσμα της αρχικής κουτουλιάς Πρίντεζη και Λο:
Ίσως το μόνο που χρειάζεται για να ελαχιστοποιηθούν τέτοιες προβληματικές αντιδράσεις είναι χρόνος και συγκέντρωση. Από την άλλη, οι σωστές τοποθέτησεις, η επικοινωνία και γενικότερη η άμυνα χαμηλά είναι σε μεγάλο βαθμό θέμα ατομικής ικανότητας - ακριβώς όπως και η άμυνα ψηλά. Ορισμένοι παίκτες δείχνουν να στερούνται αυτής της ικανότητας και η δομή του ρόστερ δε τους βοηθάει να κρύψουν αυτή την έλλειψη. Η επιστροφή του Σλούκα σίγουρα θα βελτιώσει την εικόνα στην περιφέρεια. Υπάρχε, όμως ανάλογη βεβαιότητα για τους Μπέγκιτς (όταν βρεθεί σε φουλ φόρμα) και Σίμονς (όταν ξεπεράσει τον τραυματισμό του);
Εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν, αλλά οι ψηλοί πρέπει να δώσουν περισσότερα. Ειδικά από τη στιγμή που ο νόμος της φθίνουσας απόδοσης πλήττει και τη θέση 3. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ματ Λοτζέσκι αποτέλεσε, βάσει των χρημάτων που δαπανήθηκαν για την απόκτησή του, μια από τις καλύτερες μεταγραφές του καλοκαιριού. Τα εξαιρετικά ποσοστά του στο σουτ έχουν αναπληρώσει με το παραπάνω το κενό του Παπανικολάου σε αυτό τον τομέα και μάλιστα σε χαμηλότερη τιμή. Η λογιστική επιτυχία, όμως, δε συμβαδίζει απαραίτητα με την οικονομική λογική της άριστης κατανομής των πόρων.
Εκτός από το σουτ, που ήταν η βασική ικανότητα που έπρεπε να διαθέτει ο αντικαταστάτης του Παπ ώστε η επίθεση να συνεχίσει να λειτουργεί σωστά, ο Ολυμπιακός έπρεπε να αποφασίσει το καλοκαίρι τι άλλο θα ζητούσε από το τριάρι του. Η τελική απόφαση ήταν να προστεθεί περισσότερη δημιουργία, αντί για αμυντική κάλυψη στη ρακέτα, σαν αυτή που προσέφερε ο Παπανικολάου, ένας από τους καλύτερους ριμπάουντερ και μπλοκέρ της περσινής διοργάνωσης στη θέση του. Το πρώτο δείγμα είναι πολύ ευχάριστο να το βλέπεις - ο Λοτζέσκι μοιάζει γενικά πιο μπασκετικός από τον Παπ - αλλά σε επίπεδα παραγωγικότητας οι διαφορές δεν είναι σημαντικές. Με τους Σπανούλη, Λο, Σλούκα, Περπέρογλου και Πρίντεζη στο ρόστερ, ο παραγωγικός συντελεστής παραγωγικότητας ήταν μάλλον κομπλέ. Απόδειξη ότι το 78% των πόντων του Λοτζέσκι προέρχονται από ασίστ - απολύτως λογικό με τόσους χειριστές δίπλα του.
Επομένως, ο Ολυμπιακός θυσίασε ορισμένα στοιχεία της άμυνας του, για μια έξτρα δημιουργικότητα που δε χρειάζεται ιδιαίτερα. Αυτή η επιλογή φυσικά δεν είναι λάθος του Λοτζέσκι, αλλά εξηγεί γιατί οι ψηλοί πρέπει να ανέβουν. Οι βοήθειες μέσα στο καλάθι από την περιφέρεια δεν πρόκειται να λειτουργήσουν όπως πέρσι - ο Περπέρογλου είναι ψηλότερος και πιο έμπειρος αμυντικός αλλά δύσκολα θα δώσει το κάτι παραπάνω. Η αντιμετώπιση των πικ εν ρολ πρέπει να ακολουθήσει τη λογική του δύο εναντίον δύο, όχι δύο εναντίον ενός γκαρντ συν ό,τι κάνει ο ψηλός στον αέρα. Επιπλέον, ο Λοτζέσκι δέχτηκε 7 πόντους από τον Εγιένγκα, ενώ αντίστοιχα προβλήματα είχε και με τον Μπένζινγκ. Τροφή για σκέψη.
Η απάντηση σε όλα τα δυσοίωνα που αναφέρθηκαν παραπάνω βρίσκεται στους αριθμούς που συνεχίζουν να δείχνουν ότι ο Ολυμπιακός είναι μια εξαιρετική αμυντική ομάδα. Δεν υπάρχει, όμως, κανέας λόγος εφησυχασμού. Το επίπεδο των αντιπάλων είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό θα βρει μπροστά της η ομάδα από Γενάρη και μετά. Τα όποια θέματα πρέπει να λυθούν όσο το δυνατό νωρίτερα.
Μια άλλη απάντηση είναι ότι ο νόμος της φθίνουσας απόδοσης ισχύει μόνο βραχυπρόθεσμα. Σε βάθος χρόνου η τεχνολογία εξελίσσεται, οι υπόλοιποι παραγωγικοί συντελεστές αυξάνονται και η παραγωγικότητα παίρνει τα πάνω της. Με βάση αυτή τη λογική ο Ολυμπιακός έχει δύο επιλογές: είτε να προσθέσει νέους παραγωγικούς συντελεστές (μεταγραφές με το γνωστό σύστημα ΛΟΤΤΟ), είτε να εξελίξει την τεχνολογία με βάση τους υπάρχοντες: δουλειά σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. Προς το παρόν, η δεύτερη επιλογή μοιάζει ασφαλέστερη. Η αρχή πρέπει να γίνει στην Μάλαγα.
Rod Higgins
0 comments:
Post a Comment